survive (Ελληνικά): επιβιώνω, επιζώ – Word of the Day – 2014-10-02

 

  • Η αλεπού ξέφυγε απ’ την παγίδα και κατάφερε να επιβιώσει.“The fox survived after escaping from the trap.”
  • Κανένας δεν επέζησε του αεροπορικού δυστυχήματος.“Nobody survived the plane crash.”
  • Πολλοί άνθρωποι σε όλο τον κόσμο επιβιώνουν με λιγότερο από ένα δολάριο τη μέρα. “Many people around the world survive on less than a dollar per day.”
  • Οι κατσαρίδες έχουν επιβιώσει εδώ και εκατομμύρια χρόνια.“Cockroaches have survived for millions of years.”
  • Τα είδη υπό εξαφάνιση δεν αναμένεται να επιβιώσουν τον εικοστό πρώτο αιώνα.“The endangered species is not expected to last through the 21st century.”

 

 

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *